Υψηλές θερμοκρασίες, ξηρασία και παρατεταμένη ανομβρία, αλλά και καταστροφικές πλημμύρες, ως συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, αποτελούν το νούμερο 1 πρόβλημα παγκοσμίως που οδηγεί σε απρόβλεπτες αυξήσεις κόστους.
O παράγοντας αυτός έχει ήδη αποτυπωθεί στις τιμές των τροφίμων, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τον καφέ, το ελαιόλαδο, τα φρούτα και τα λαχανικά, επηρεάζοντας άμεσα και έμμεσα σειρά άλλων παρασκευών και τη συνολική δαπάνη των νοικοκυριών για διατροφή.
Το 2024 ήταν το πιο ζεστό έτος που έχει καταγραφεί ποτέ στη Γη. Οι επιπτώσεις τους, όπως και άλλων ακραίων καιρικών φαινομένων που ακολούθησαν, είναι ορατές στην καθημερινότητα όλων. Το κόστος τους ξεπερνά τις άμεσες αγροτικές απώλειες και έχει συνέπειες στο σύνολο των αλυσίδων εφοδιασμού, μειώνει το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, έχει αντίκτυπο στα μέσα διαβίωσης και προκαλεί προβλήματα μακροπρόθεσμα, όπως η ανεργία και η μετανάστευση, ανέφερε ο Κάβε Μαντάνι, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης του ΟΗΕ και διευθυντής του Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου του ΟΗΕ για το Νερό, το Περιβάλλον και την Υγεία (UNU-INWEH) που παρουσιάστηκε στην COP16 στο Ριάντ στις αρχές της εβδομάδας.
Οι αυξημένες θερμοκρασίες, οι υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, αποτελούν συνώνυμο χαμηλών αποδόσεων, και στα τρόφιμα που ήδη πλήττονται συγκαταλέγονται η σόγια, το σιτάρι, το ρύζι, το καλαμπόκι, οι πατάτες, ο καφές, το κακάο, τα εσπεριδοειδή, με εκτιμήσεις που θέλουν την παγκόσμια παραγωγή τους να μειώνεται σημαντικά ως το 2050, με ό,τι αυτό σημαίνει και για την εξέλιξη των τιμών.
Η Ελλάδα
Η κατάσταση αυτή δεν αφήνει ανεπηρέαστη και την Ελλάδα. Μελέτη που εκπόνησε η Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) της ΤτΕ αναδεικνύει την αναγκαιότητα στοχευμένης στρατηγικής θωράκισης του πρωτογενούς τομέα και των υποδομών Ελλάδας ώστε να μετριαστεί το δυσθεώρητο κόστος της κλιματικής αλλαγής. Εστιάζοντας στο οικονομικό πεδίο, ο βαρύς λογαριασμός της κλιματικής αλλαγής για την Ελλάδα έως το τέλος του αιώνα υπολογίζεται σε 2,2 δισ. ευρώ τον χρόνο, ενώ μέχρι το 2100, αν η χώρα δεν προχωρήσει σε δραστικές ενέργειες, το κόστος θα αγγίξει τα 200 δισ. ευρώ.