Toν προβληματισμό του για τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ευρωζώνης εξέφρασε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας στους πρέσβεις των κρατών μελών της ΕΕ στην Αθήνα
«Η ζώνη του ευρώ κινδυνεύει να χάσει την οικονομική της βαρύτητα σε παγκόσμιο επίπεδο, αν δεν την έχει χάσει ήδη. Αποτύχαμε να ανταγωνιστούμε τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, ενώ οι οικονομίες μας παραμένουν σε στασιμότητα, αντιμετωπίζοντας επιπλέον και δημοσιονομικές δυσχέρειες. Η οικονομία της ζώνης του ευρώ καταγράφει μέσο τριμηνιαίο ρυθμό ανάπτυξης μόλις 0,3% τα τελευταία 12 τρίμηνα, ενώ ο αντίστοιχος ρυθμός της οικονομίας των ΗΠΑ είναι συγκριτικά πολύ υψηλότερος για την ίδια περίοδο. Εκτός από τα δικά μας προβλήματα, ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής φαίνεται να πραγματοποιεί τις προεκλογικές εξαγγελίες του που αφορούν δασμούς στις εισαγωγές», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας στην εκδήλωση που διοργάνωσε την περασμένη εβδομάδα η Πολωνική πρεσβεία στην Αθήνα επ’ ευκαιρία της ανάληψης της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Δημοκρατία της ΠολωνίαςUnmute
Προκειμένου η ευρωπαϊκή οικονομία να ακολουθήσει μια πορεία ισχυρής ανάκαμψης σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ , απαιτείται η κινητοποίηση σημαντικών ιδιωτικών επενδύσεων που είναι αναγκαίες για την αναζωογόνηση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας. Ένας από τους παράγοντες που λειτουργεί ανασχετικά στις ιδιωτικές επενδύσεις ώστε να είναι ανταγωνιστικές είναι η ύπαρξη διαρθρωτικών εμποδίων, όπως οι υπερβολικές ρυθμίσεις σε ορισμένες αγορές. « Θεωρώ ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην ευρωζώνη αυτή τη στιγμή είναι εκείνες που αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις την τελευταία δεκαετία – χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος και η Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά της η ΕΚΤ θα συμβάλλει στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας διαμορφώνοντας ( καθώς υποχωρεί ο πληθωρισμός) χαλαρότερες συνθήκες χρηματοδότησης για την τόνωση των επενδύσεων, διευκολύνοντας έτσι την πρόσβαση σε χρηματοδοτικούς πόρους και μειώνοντας το κόστος του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο αυτό όπως είπε το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 2% κατά τη διάρκεια του 2025 από το σημερινό επίπεδο του 2,75%.