Η υπογραφή της αμυντικής συμφωνίας (MOU) μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κυπριακής Δημοκρατίας στις 9 Σεπτεμβρίου 2024 αποτελεί ένα ιστορικό ορόσημο στη στρατιωτική συνεργασία των δύο χωρών. Το Μνημόνιο Συνεργασίας υπεγράφη από τον Υπουργό Άμυνας της Κύπρου, Βασίλη Πάλμα, και τη Βοηθό Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ για Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας, Celeste Wallander, κατά τη διάρκεια επίσημης τελετής στο Υπουργείο Άμυνας στην Κύπρο. Η συμφωνία έρχεται ως συνέχεια των αυξημένων διμερών σχέσεων και εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο στρατηγικής συνεργασίας που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια μεταξύ των δύο χωρών, με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τι Περιλαμβάνει η Συμφωνία
Η αμυντική συμφωνία περιλαμβάνει εκτεταμένη στρατιωτική συνεργασία, εστιάζοντας σε κοινές ασκήσεις, εκπαίδευση στρατιωτικών δυνάμεων και ανταλλαγή πληροφοριών. Σύμφωνα με τον Υπουργό Άμυνας, Βασίλη Πάλμα, η συμφωνία αυτή “αποτελεί ισχυρή ένδειξη της δέσμευσής μας για περαιτέρω αναβάθμιση και εμβάθυνση της διμερούς σχέσης”.
Η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης το Διεθνές Πρόγραμμα Στρατιωτικής Εκπαίδευσης (IMET), μέσω του οποίου τα στελέχη των κυπριακών ενόπλων δυνάμεων εκπαιδεύονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και τη δυνατότητα ανταλλαγής τεχνογνωσίας μέσω του Προγράμματος Κρατικής Σύμπραξης (State Partnership Programme – SPP) με την πολιτεία του Νιου Τζέρσεϊ. Το πρόγραμμα αυτό, όπως εξήγησε ο κ. Πάλμας, παρέχει στην Εθνική Φρουρά πρόσβαση σε σύγχρονες στρατιωτικές τεχνολογίες και εξελίξεις.
Επιπλέον, η αμυντική συμφωνία προβλέπει την ενίσχυση της ασφάλειας και της συνεργασίας για την αντιμετώπιση περιφερειακών απειλών, όπως η τρομοκρατία, καθώς και ανθρωπιστικές δράσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Celeste Wallander χαρακτήρισε τη συμφωνία ως “σημαντικό ορόσημο στη διμερή αμυντική σχέση”, σημειώνοντας ότι η Κύπρος αποτελεί κρίσιμο στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η Ενίσχυση των Αμυντικών Δεσμών
Μία από τις βασικές πτυχές της αμυντικής συνεργασίας είναι η άρση του εμπάργκο όπλων από τις ΗΠΑ προς την Κυπριακή Δημοκρατία, που ξεκίνησε το 2022 και ανανεώθηκε το 2023. Η άρση αυτή αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την ενίσχυση της στρατιωτικής ικανότητας της Κύπρου και την αναβάθμιση του αμυντικού της εξοπλισμού, παρέχοντας στην Κυπριακή Δημοκρατία τη δυνατότητα να εκσυγχρονίσει το στρατιωτικό της υλικό.
Ο Υπουργός Άμυνας, Βασίλης Πάλμας, σημείωσε ότι “η στρατηγική μας συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο που έχει υπάρξει ποτέ”, τονίζοντας ότι η σχέση των δύο χωρών εδράζεται σε κοινές αξίες και κοινούς στόχους για την προώθηση της ειρήνης και της ασφάλειας τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Οι Έντονες Αντιδράσεις της Τουρκίας
Η υπογραφή της συμφωνίας αυτής προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την Τουρκία, η οποία τη χαρακτήρισε ως “πρόκληση που διαταράσσει την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο”. Το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση καταδικάζοντας τη συμφωνία, υποστηρίζοντας ότι “η στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των ΗΠΑ και της Κυπριακής Δημοκρατίας ενισχύει την ελληνική πλευρά και υπονομεύει τις προσπάθειες για την επίλυση του Κυπριακού”.
Παράλληλα, το ψευδοκράτος της Βόρειας Κύπρου (TRNC), αναγνώρισε τη συμφωνία ως απειλή για την ασφάλειά του. Ο Τουρκοκύπριος “υπουργός εξωτερικών”, Ταχσίν Ερτουγρούλογλου, δήλωσε ότι “η αμυντική συνεργασία αυτή επιβεβαιώνει την αμερικανική υποστήριξη στην ελληνοκυπριακή πλευρά και υπονομεύει οποιαδήποτε πιθανότητα λύσης του Κυπριακού”.
Η Τουρκική Στρατηγική Απέναντι στην Κύπρο
Η Τουρκία, σε απάντηση στη νέα συμφωνία, προειδοποίησε ότι θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των Τουρκοκυπρίων, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας τουρκικών στρατιωτικών βάσεων στα κατεχόμενα. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε ότι η Άγκυρα “δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε ενέργειες που θα διασφαλίσουν την ασφάλεια της τουρκοκυπριακής κοινότητας”, υπονοώντας ότι η Τουρκία ενδέχεται να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή.
Επιπλέον, η τουρκική κυβέρνηση εξέφρασε έντονες ανησυχίες για την αυξημένη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στα λιμάνια της Κύπρου, υποστηρίζοντας ότι η χρήση των κυπριακών λιμανιών για τις αμερικανικές ναυτικές δυνάμεις “αυξάνει την ένταση και απειλεί τη σταθερότητα στην περιοχή”.
Η Στρατηγική των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο
Η νέα αυτή συμφωνία εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών για την Ανατολική Μεσόγειο, η οποία περιλαμβάνει την ενίσχυση των διμερών σχέσεων με την Κύπρο και την Ελλάδα. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, δήλωσε ότι η συμφωνία αυτή αποτελεί “ιστορικό ορόσημο για τις διμερείς μας σχέσεις με τις ΗΠΑ”, σημειώνοντας ότι οι σχέσεις των δύο χωρών “βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών”.
Η συμφωνία ενισχύει τον ρόλο της Κύπρου ως σταθεροποιητικού παράγοντα στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή αυξάνονται λόγω των συγκρούσεων και των ενεργειακών συμφερόντων.
Η αμυντική συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Κύπρου αποτελεί καθοριστική εξέλιξη για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία αντιδρά έντονα στη νέα συνεργασία, προειδοποιώντας για κλιμάκωση των εντάσεων, ενώ η Κύπρος εδραιώνει τον ρόλο της ως σημαντικού στρατηγικού εταίρου των ΗΠΑ στην περιοχή. Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να επηρεάσουν τις ισορροπίες δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο τα επόμε
του Δημήτρη Κουτσούκου