Ανοικτή επιστολή προς τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη, απευθύνουν δεκάδες πανεπιστημιακοί, νομικοί, στρατηγοί, διπλωμάτες και επιχειρηματίες, ζητώντας του να προχωρήσει ως πρωθυπουργός στην ακύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών. Το κείμενο της επιστολής έχει ως εξής:
Αξιότιμε κύριε πρόεδρε,
Απευθυνόμαστε σε εσάς που θα έχετε τον αναγκαίο θεσμικό ρόλο ως ο αυριανός πρωθυπουργός και κάνουμε έκκληση να γίνετε ο σημαιοφόρος της ακύρωσης της επαχθούς συμφωνίας των Πρεσπών, την οποία η συντριπτική πλειονότητα του Ελλήνων τη θεωρεί απαράδεκτη και την εκλαμβάνει ως εθνική ήττα και καταστροφή. Σας καλούμε να το διακηρύξετε αυτό σαφώς, πριν από τις επερχόμενες εκλογές, πράξη που είναι βέβαιο ότι ο ελληνικός λαός θα την ανταμείψει με την ψήφο του και η ιστορία θα σας εντάξει σε περίοπτη θέση μέσα στο Πάνθεον των εθνικά δρώντων πολιτικών.
Οι υπογράφοντες –έγκριτοι επιστήμονες, καθηγητές, συνταγματολόγοι, νομικοί, στρατηγοί, διπλωμάτες, πολιτειολόγοι, ιστορικοί, επιχειρηματίες– θεωρούν ότι η συμφωνία των Πρεσπών είναι νομικά άκυρη, καθώς παραβιάζει κατάφωρα το Σύνταγμα, το εθνικό μας δίκαιο αλλά και θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, όπως αυτές περί «αληθείας», «καλής πίστεως», «σαφήνειας», καθώς περιλαμβάνει ιστορικά ψεύδη, νομικές παραβιάσεις, ασάφειες, παραπειστικά επιχειρήματα και δόλο. Συναφώς παραβιάζει σειρά άρθρων της σύμβασης της Βιέννης, 1969.
Στην ανάθεση καθηκόντων του Μάθιου Νίμιτς υπήρχε εντολή αποκλειστικά και μόνο για το «όνομα», την οποία εντολή αυτός παραβίασε.
Στη συμφωνία των Πρεσπών περιλαμβάνονται κραυγαλέα ψευδή στοιχεία όπως στο Μέρος Α΄, άρθρο 1, παρ. γ. και στο άρθρο 7, ενυπάρχει το δομικό ψεύδος, ότι δήθεν αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ η πλαστή «μακεδονική» γλώσσα κατά την «Τρίτη διεθνή σύνοδο του ΟΗΕ για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων, 1977». Αντιθέτως, στις σημειώσεις της συνόδου στον τόμο l και στο Προοίμιο του τόμου 2 στη σελίδα ΙΙΙ στην απόφαση 17/8- 7/9, 1977 αναγράφεται: «Οι εφαρμοζόμενες ονομασίες και η παρουσίαση του υλικού σε αυτή την έκδοση δεν συνεπάγονται την έκφραση οποιασδήποτε γνώμης εκ μέρους της γραμματείας του ΟΗΕ». Υπενθυμίζουμε ότι χωρίς ανάλογη γλώσσα δεν υπάρχει ούτε εθνότητα ούτε χώρα με το όνομα «Μακεδονία» ή το «μακεδονικός-ή-ό».
Με τις παρανομίες του γ.γ. ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες (12- 13/2/2019), ο οποίος αποδέχτηκε την εισαγωγή του θέματος στον Οργανισμό με κοινή (επί του ιδίου επιστολοχάρτου) επιστολή Ελλάδος και της FYROM αναφερόμενη ως «Βόρεια Μακεδονία», με τα δύο εθνόσημα των χωρών. Η πράξη αυτή είναι παράνομη τόσον διότι κατά την ημέρα αποστολής και παραλαβής της επιστολής δεν υπήρχε, και ακόμη δεν υπάρχει χώρα με το όνομα «Βόρεια Μακεδονία» την οποία να έχει εγκρίνει προηγουμένως το Συμβούλιο Ασφαλείας. Ωσαύτως δεν έχει αποσταλεί προς το Σ.Α. του ΟΗΕ ειδική έκθεση του γ.γ., όπως απαιτεί και περιγράφει η Απόφαση 845 Σ.Α. μετά την οποία το Σ.Α. θα κυρώσει ή όχι τη συμφωνία των Πρεσπών, ως οφείλει και κατ’ εφαρμογή της δικής του Απόφασης 817.
Αγνοήθηκε κατάφωρα η βούληση της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού, ο οποίος απαιτούσε δημοψήφισμα αντίστοιχο με εκείνο του λαού της FYROM. Ετσι καταπατήθηκε το θεμελιώδες άρθρο 1, παρ 2 και 3 του ελληνικού Συντάγματος, που προβλέπουν πως: 2. «Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία». Και παρ. 3. «Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα».
Ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Νικόλαος Κοτζιάς σύμφωνα με το άρθρο 2 ν. 3566 (ΦΕΚ Α΄ 117/05.06.2007) «Κύρωση ως κώδικα του οργανισμού του υπουργείου Εξωτερικών», είχε τις περιοριστικά εκεί αναφερόμενες αρμοδιότητες, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η συνομολόγηση των διεθνών συνθηκών και συνεπώς γι’ αυτήν απαιτείται, κατά το άρθρο 5β του ν. 3566/2007, ειδική εξουσιοδότησή του. Επ’ αυτού δεν έγινε προηγουμένως καμία ειδική συζήτηση στη Βουλή, για τη λήψη σχετικής απόφασης με σκοπό την παροχή ειδικής προς υπογραφή εξουσιοδότησης-εντολής στον αρμόδιο υπουργό, ούτε τέθηκε προς έγκριση και εξουσιοδότηση στο υπουργικό συμβούλιο το σχέδιο της συμφωνίας, ούτε αποτέλεσε αντικείμενο πολιτικής διαβούλευσης, (αντιθέτως, αυτό συνέβη στη αντισυμβαλλόμενη FYROM), και δεν ζητήθηκε η γνώμη και η αποδοχή της από τον ελληνικό λαό.
Ως προς το Διεθνές Δίκαιο, σε συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 6, 7, 26, 27 και 46 της σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των συνθηκών προκύπτουν τα εξής: ένα κράτος μπορεί εξαιρετικά να επικαλεσθεί, προς ακυρότητα μιας σύμβασης, διάταξη του εσωτερικού του δικαίου εφόσον τυγχάνουν παραβιάσεις. Αυτό μπορεί να γίνει από την επόμενη κυβέρνηση, όπως επιβάλλει η διεθνής συνταγματική τάξη, με μία ρηματική διακοίνωση διαφωνιών, με την οποία η Ελλάς μπορεί να προσβάλει τη συμφωνία των Πρεσπών.
Η συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί μια διμερή διακρατική συμφωνία υπό αίρεση που μπορεί να προσβληθεί ως ακυρώσιμη, λόγω παραβίασης των άρθρων 36 παρ.1 και 35 παρ.1 του Συντάγματος, και αφετέρου να θεωρηθεί ως λήξασα, διότι εξαντλήθηκε η προθεσμία που ορίζεται ρητά στη συμφωνία των Πρεσπών έως το τέλος του 2018.
Στο δημοψήφισμα που διενεργήθηκε στη FYROM συμμετείχε μόνο το 36,8% των πολιτών και όχι άνω του 50% όπως ως νομιμοποιητική βάση ώφειλε.
Ο ΠτΔ της FYROM, Γκιόργκι Ιβανόφ, ουδέποτε υπέγραψε αυτήν τη συμφωνία η οποία και εξ αυτού του λόγου είναι άκυρη.
Οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του Συντάγματος της FYROM ουδέποτε κοινοποιήθηκαν «ως ενιαίο κείμενο» διά ρηματικής διακοινώσεως στην Ελλάδα. Στο Σύνταγμα παραμένουν αλυτρωτικές βλέψεις, οι οποίες ανατρέπουν όσα επιβάλλει η ίδια η συμφωνία των Πρεσπών και αντιτίθενται στις «σχέσεις καλής γειτονίας ομόρων κρατών.
Η ρηματική διακοίνωση προς την Ελλάδα δεν φέρει την υπογραφή –ως ώφειλε– του ΠτΔ της FYROM Γκιόργκι Ιβανόφ.
Η γειτονική μας χώρα μέχρι σήμερα προβαίνει στη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» αποκλειστικώς, χωρίς το «Βόρεια», καταπατώντας συνεχώς τα όσα υπέγραψε περί erga omnes. Συναφές μέγιστο ζήτημα είναι τα αλυτρωτικά εις βάρος της Ελλάδος σύμβολα, τα οποία υπάρχουν στα χαρτονομίσματα και νομίσματά της, αλλά και τα όσα περιλαμβάνει στους στίχους του ο εθνικός ύμνος τής εν λόγω χώρας.
Σοβαρά ελλείμματα νομιμότητας έχει η συμφωνία των Πρεσπών και στα εμπορικά ζητήματα όπου η λύση θα συμβεί (;) μετά πενταετία, πράγμα που συνιστά παραπειστικό όρο και παραβιάζει διεθνείς αρχές περί σαφήνειας και καλή πίστεως.
Κύριε πρόεδρε, διατελούμε με την ελπίδα ότι θα λάβετε υπόψη σας τα παραπάνω εκτεθέντα, που συμφέρουν πρωτίστως την Ελλάδα, αλλά και τη μεγάλη παράταξη της οποίας επαξίως ηγείστε.
Θεσσαλονίκη 19-6-2019».
Πηγή: Kathimerini.gr