Η Σιγκαπούρη, ένα βαλτοψαροχώρι to 1965 που έγινε μέσα σε λίγες δεκαετίες ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά και ναυτιλιακά κέντρα στον κόσμο, ήταν το θέμα της εκπομπής «Η Παγκόσμια Φωνή μας» στη Φωνή της Ελλάδας. Για την Σιγκαπούρη- στην οποία πήγαν εκατοντάδες μορφωμένοι ‘Ελληνες τα τελευταία 10 χρόνια της κρίσης με τον αριθμό τους να ξεπερνάει πια τα 500 άτομα- μιλήσαμε με τον Δημήτρη Μπέλμπα, διευθύνοντα σύμβουλο της Seafin που χρηματοδοτεί ναυτιλιακές εταιρείες, τον Ανδρέα Γκόρο, πρώην επίτιμο πρόξενο της Ελλάδας και διευθύνοντα της εταιρείας Hellenic Overseas Maritime Enterpises και τον Γιώργο Κοκκίνη, μάνατζερ και μέτοχο ελληνικού εστιατορίου.
Η Σιγκαπούρη είναι η μικρότερη χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας, μια πόλη-κράτος, με έκταση 724 τετρ. χιλιόμετρα-λίγο μικρότερη από την Κεφαλλονιά- και πληθυσμό 5,6 εκατομμύρια άτομα που περιλαμβάνει Κινέζους, Μαλαισιανούς, Ευρωπαίους και άλλους. Η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της από την Βρετανία το 1965. Το κατα κεφαλή εισόδημα ξεπερνά τις 53.000 δολάρια το έτος και ένας στους 6 κατοίκους της είναι εκατομμυριούχος σε περιουσιακά στοιχεία. Ο πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης είναι ίσως ο πιο καλά αμειβόμενος στον κόσμο με κάπου 1,7-2 εκατ. δολάρια το έτος, δηλαδή 4 φορές περισσότερα απο τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Η χώρα έχει 63 νησίδες και πολλούς ουρανοξύστες. Το υψηλότερο κτίριο έχει ύψος 280 μέτρα. Η Σιγκαπούρη εκτός από μεγάλο χρηματοοικονομικό και ναυτιλιακό κέντρο, εξάγει επίσης ηλεκτρονικά είδη και κομπιούτερς.
Δημήτρης Μπέλμπας, διευθύνων σύμβουλος της Seafin
«Το κράτος είναι εδώ για να σε υπηρετήσει,» τόνισε ο κ. Μπέλμπας, προσθέτοντας ότι η ελληνική παροικία έχει αυξηθεί ενώ υπάρχουν 5 ελληνικά εστιατόρια στη Σιγκαπούρη και μια ελληνορθόδοξη εκκλησία.
Ερωτηθείς για την πολιτική της Σιγκαπούρης απέναντι στους ξένους που θέλουν να πάνε να δουλέψουν, ο ίδιος ανέφερε ότι είναι μια «δύσκολη χώρα να μπείς» καθώς είναι πολύ επιλεκτική και δεν δίνει εύκολα άδεια εργασίας παρά μόνο σε ανθρώπους που έχουν γνώσεις τις οποίες θα μοιρασθούν με τους ντόπιους.
Οι εταιρείες που το κάνουν θα πρέπει να είναι σε θέση να δικαιολογήσουν τις προσλήψεις στις αρχές της χώρας και παράλληλα να διατηρούν την αναλογία ξένων-ντόπιων στο δυναμικό τους.
Η Σιγκαπούρη προσφέρει γενναία κίνητρα σε ξένες εταιρείες να μετεγκατασταθούν εκεί γιατί θέλει να δημιουργήσει πλούτο, τόνισε.
Ομως, «είναι επίσης το λάθος μέρος, να κάνεις το λάθος πράγμα» γιατί οι παραβάσεις τιμωρούνται αυστηρά. Ακόμη και για παραβάσεις του κώδικα οδικής κυκλοφορίας μετά την πρώτη παρατήρηση.
Η Σιγκαπούρη είναι μια πλούσια χώρα με τον μέσο μισθό να ξεπερνά τις 4,5 χιλ. ευρώ τον μήνα και πολύ χαμηλή φορολογία φυσικών προσώπων με συντελεστές 3%-5% αλλά πολύ ακριβή για να ζήσει κάποιος.
Ανδρέας Γκόρος, διευθύνων της Hellenic Overseas Maritime Enterpises, πρώην πρόξενος
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 υπήρχαν 10-12 ‘Ελληνες που στις αρχές του 2000 ανέβηκαν σε 30-35 λόγω μιας ελληνικής κατασκευαστικής εταιρείας που έκανε κάποια έργα με τον οργανισμό λιμένος Σιγκαπούρης.
Ομως, ο αριθμός τους έχει αυξηθεί κατακόρυφα απο το 1009-2010 καθώς νέοι, μορφωμένοι ‘Ελληνες έχουν έλθει για να δουλέψουν ως στελέχη χρηματοοικονομικών και ναυτιλιακών επιχειρήσεων και καθηγητές πανεπιστημίων τόνισε ο κ. Γκόρος του οποίου ο πατέρας πήγε στην Σιγκαπούρη δεκαετίες πριν.
Ο ίδιος τόνισε επίσης ότι υπάρχουν «αυστηροί μεταναστευτικοί νόμοι» ενώ πρόσθεσε πως το κόστος ζωής είναι ακριβό. Ενα καλό γραφείο στο κέντρο νοικιάζεται προς 10-12 δολάρια το τετραγωνικό πόδι δηλ. 1 τετρ. μέτρο νοικιάζεται προς 100-120 δολάρια τον μήνα. (1 τετρ. μέτρο = 10,76 τετραγωνικά πόδια)
Γιώργος Κοκκίνης, μάνατζερ, μέτοχος εστιατορίου Μπακαλάκι
Ο κ. Κοκκίνης με καταγωγή από την Σαντορίνη και εμπειρία στον κλάδο της εστίασης λόγω οικογενείας διαχειρίζεται το εστιατόριο Bakalaki του οποίου είναι μέτοχος.
Στους Σιγκαπουριανούς αρέσει το ελληνικό φαγητό, όπως μεζέδες, χωριάτικη σαλάτα, μουσακάς, ψαρικά και το οικογενειακό μοντέλο με τα πιάτα που μοιράζονται όλοι στο τραπέζι και όχι το μοντέλο με το ατομικό που είναι κυρίαρχο αλλού στη Δύση, τονίζει ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον κ. Κοκκίνη, το εστιατόριό τους φέρνει ψάρια, π.χ. χταπόδια, λαβράκια, τσιπούρες ιχθυοτροφείου, από την Ελλάδα για τους πελάτες τους.
Το ελληνικό φαγητό κερδίζει έδαφος καθώς ολοένα και περισσότεροι ντόπιοι το μαθαίνουν. Μερικές φορές τους φέρνουν στην αρχή οι ‘Ελληνες που εργάζονται εκεί και κατόπιν έρχονται μόνοι τους.
Παρουσιαστές-παραγωγοί: Δημήτρης Κοντογιάννης-Πέτρος Δίπλας
Ηχολήπτης: Χρήστος Γιαννόπουλος
Μουσική Επιμέλεια: Μαρία Ρεμπούτσικα
Μοιράσου το άρθρο: