Με το νομοσχέδιο για τις 120 δόσεις που κατατίθεται τη Δευτέρα στη Βουλή αντιμετωπίζονται χρόνια προβλήματα, δήλωσε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε με την υπουργό Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου και τον υπουργό Εσωτερικών Αλέξη Χαρίτση στο υπουργείο Οικονομικών, χαρακτηρίζοντας μεγάλο λάθος αν καθυστερήσει η συζήτηση στη Βουλή λόγω της πρόθεσης του κ. Μητσοτάκη να καταθέσει πρόταση μομφής κατά του κ. Πολάκη.
Κάνοντας στην εισαγωγική ομιλία του και μια αναδρομή στο παρελθόν, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε ότι την άνοιξη του 2017 η διαπραγματευτική ομάδα της κυβέρνησης πέρασε δύσκολες στιγμές. «Ήταν από τις δύσκολες στιγμές», ανέφερε, «ήταν η εποχή που κάναμε έναν ακόμη συμβιβασμό με τα μέτρα και τα αντίμετρα. Από εκείνη τη στιγμή, υπάρχει αλλαγή του κλίματος, και αυτή- ειδικά από το καλοκαίρι του 2017- ήρθε ως αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής και ενός συγκεκριμένου προγραμματισμού με επιχειρήματα».
Συνέχισε δε, λέγοντας ότι «είναι δύσκολο να σας εξηγήσω τη στενοχώρια της κοινοβουλευτικής ομάδας για την ψήφιση για τη μείωση των συντάξεων. Όμως καταφέραμε ύστερα από δύο χρόνια να μην μειωθούν οι συντάξεις. Καταφέραμε επίσης το καλοκαίρι του 2018 να φύγουμε από το πρόγραμμα, ενώ καταφέραμε να βγούμε 3,5 φορές στις αγορές. Καταφέραμε, επίσης, στον προϋπολογισμό του 2018 και του 2019 να έχουμε την πρώτη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων 10 ετών. Αυτό το κάναμε με πλήρη επίγνωση των δυσκολιών του ελληνικού λαού. Τώρα βλέπουμε τους καρπούς συγκεκριμένης προσέγγισης και στρατηγικής».
Αναφερόμενος στο ζήτημα του χρέους, ο υπουργός Οικονομικών είπε ότι «η κυβέρνηση πέτυχε μια σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους. Αυτό μας δίνει 10- 15 χρόνια που έχουμε χαμηλότερες χρηματοδοτικές ανάγκες. Το πολιτικό σύστημα οφείλει αυτά τα 10-15 χρόνια να μην πάνε χαμένα και να μην συνεχίσει αντιπαραθέσεις που δεν είναι πάνω στα προστάγματα. Δεν πρέπει να γυρίσουμε στην ψεύτικη ανάπτυξη πριν το 2009 και στις συνθήκες κρίσης».
Κατέληξε λέγοντας ότι «το νομοσχέδιο για τις ρυθμίσεις, μαζί με την επιστροφή της ανάπτυξης και τα πολύ εντυπωσιακά αποτελέσματα σε εξαγωγές και μεταποίηση, δείχνουν πως η Ελλάδα επιστρέφει σιγά- σιγά σε μια κανονικότητα. Δεν θριαμβολογούμε. Αλλά πρέπει να ξέρει και ο πολίτης την πρόθεσή μας να αμβλυνθούν τα προβλήματα».
Η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε πως το καινοτόμο στοιχείο της ρύθμισης αυτής είναι το κούρεμα της βασικής οφειλής, δηλαδή το κούρεμα του κεφαλαίου με τον επαναπροσδιορισμό της οφειλής.
Το δεύτερο καινοτόμο στοιχείο είπε η κ. Αχτσιόγλου είναι το κούρεμα των προσαυξήσεων κατά 85%. Η εξόφληση θα γίνεται σε έως 120 δόσεις με ελάχιστη δόση τα 50 ευρώ.
Επίσης ανέφερε πως με το νομοσχέδιο αυτό ικανοποιούνται όλα τα αιτήματα των δικαιούχων σύνταξης χηρείας.
Η υφυπουργός Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου έδωσε λεπτομέρειες για το πώς θα γίνουν οι ρυθμίσεις των χρεών στην εφορία.
Σε ό,τι αφορά τις οφειλές προς δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, τροπολογία που θα ενταχθεί στο νομοσχέδιο θα περιλαμβάνει ρύθμιση έως 100 δόσεις και δυνατότητα μείωσης έως και πλήρους διαγραφής των προσαυξήσεων. Η ρύθμιση αφορά οφειλές ιδιωτών και επιχειρήσεων από τέλη, φόρους, δικαιώματα, εισφορές, καθώς και από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και των πρόστιμα αυτών προς τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα (π.χ. Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης), που έχουν βεβαιωθεί στο παρελθόν ή θα βεβαιωθούν τους επόμενους δύο μήνες. Η υπαγωγή στη ρύθμιση γίνεται μετά από αίτηση του οφειλέτη προς την αρμόδια υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού προσώπου, το αργότερο μέσα σε τέσσερις μήνες από τη δημοσίευση της ρύθμισης στο ΦΕΚ.
Ο κ. Χαρίτσης σημείωσε ότι η ρύθμιση δίνει τη δυνατότητα αφενός σε εκατοντάδες χιλιάδες οφειλέτες να ανταποκριθούν σε χρονίζουσες οικονομικές τους υποχρεώσεις και αφετέρου στους ίδιους τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, να αυξήσουν σημαντικά τη ροή των εσόδων τους και να εισπράξουν απαιτήσεις που επί μακρό χρόνο δεν εξυπηρετούνταν.
Οι συνολικές οφειλές προς τους δήμους, σύμφωνα με στοιχεία έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, που επικαλέστηκε ο υπουργός Εσωτερικών, είναι περίπου 2,7 εκατ. ευρώ , ενώ μαζί με τα νομικά τους πρόσωπα το ποσό υπερβαίνει τα 3 δισ. ευρώ.
Οι οφειλές θα καταβάλλονται με απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους. Το ποσοστό της απαλλαγής εξαρτάται από τον αριθμό των δόσεων της εξόφλησης. Όσο λιγότερες οι δόσεις τόσο μεγαλύτερη η απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους, ενώ αν εξοφληθούν εφάπαξ η απαλλαγή είναι ολική (100%).
Εάν εξοφληθούν από δύο έως 24 δόσεις, το «κούρεμα» είναι κατά ποσοστό 80%, από 25 έως 48 δόσεις, απαλλάσσεται το 70%, σε 49 έως 72 δόσεις, η μείωση προσαυξήσεων είναι της τάξης του 60%, ενώ αν οι οφειλές εξοφληθούν από 73 έως 100 δόσεις, ο οφειλέτης διαγράφεται το 50% των προσαυξήσεων.
Οι δόσεις είναι μηνιαίες και ισόποσες (τουλάχιστον 20 ευρώ) εκτός της τελευταίας που μπορεί να είναι μικρότερη των υπολοίπων.
Η ρυθμιζόμενη οφειλή εξοφλείται εφάπαξ ή η πρώτη δόση της καταβάλλεται μέσα σε τρεις εργάσιμες ημέρες από την ημέρα υπαγωγής στη ρύθμιση, διαφορετικά η ρύθμιση καταργείται αυτοδικαίως. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη. Επίσης η ρύθμιση της οφειλής καταργείται αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει τρεις συνεχόμενες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών, δεν υποβάλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθάριστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μαζί με τις περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α. και το εκκαθαριστικό Φ.Π.Α., ή έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνσή με μηνιαία προσαύξηση 5% επί του ποσού της δόσης, από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί.
Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση για χρέη στους δήμους αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια ανάλογης ρύθμισης του υπουργείου Εσωτερικών το 2017, ωστόσο, κρίθηκε αναγκαία η νέα ρύθμιση, καθώς σημαντικός αριθμός οφειλετών δεν υπέβαλε σχετική αίτηση εξαιτίας περιορισμένης χρονικής διάρκειας της δυνατότητας υπαγωγής στη ρύθμιση εκείνη, όσο και λόγω ελλιπούς σχετικής ενημέρωσης από τους δήμους.
Πηγή: ΕΡΤ1, ΑΠΕ-ΜΠΕ
Μοιράσου το άρθρο: