Απαντήσεις για όσα έγιναν το βράδυ της 17ης προς 18η Σεπτεμβρίου 2013 έδωσε στους δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ο κατηγορούμενος για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, Γιώργος Ρουπα
«Πήγα στις πέντε το απόγευμα στα γραφεία. Μου λέει ο Πατέλης γύρω στις 8 παρά το βράδυ να πάω να πάρω κάτι τρικάκια από το Περιστέρι γιατί θα μιλούσε την Πέμπτη ο Μιχαλολιάκος. Εμείς ξέραμε ότι θα μιλήσει ο Λαγός μέχρι εκείνη την ώρα. Εγώ πήγα κάπου στην πλατεία Μπουρναζίου. Έμεινα εκεί περίπου 1,5 ώρα γιατί δεν τα είχε έτοιμα. Έφυγα γύρω στις 22.30» ανάφερε.
Στη συνέχεια υποστήριξε ότι έφτασε στην τοπική έντεκα παρά το βράδυ και επειδή είχαν «πεσίματα», έπειτα από εντολή Πατέλη πήγε δυο στενά πιο κάτω να τα παραδώσει.
«Φτάνοντας στις 12 παρά κοντά στο ραντεβού ήταν ο Καζαντζόγλου με ένα μαύρο αυτοκίνητο για να του δώσω τρικάκια. Χτύπησε το τηλέφωνο του εκείνη την ώρα και κάτι του είπαν. Το έβγαλε πίσω στο τσαντάκι του, που το είχε κάπου στον ουρανό του αυτοκινήτου. Φορούσε άσπρη φόρμα» ανέφερε ο κατηγορούμενος και συμπλήρωσε ότι λίγο νωρίτερα τον είχε καλέσει ο Δήμου, ο οποίος του ανέφερε το υπάρχει μήνυμα που τους καλεί όλους στην τοπική.
«Εμένα το μυαλό μου πήγε στο κακό με το μήνυμα. Σκέφτηκα μήπως μας έχουν πετάξει καμία μολότοφ ή έχουν σπάσει την είσοδο της πολυκατοικίας. Παλαιότερα μας είχε πει ο Πατέλης ότι όσοι μένουμε κοντά, όταν μας χρειάζεται να τρέχουμε. Εγώ προσπάθησα να βρω Πατέλη και Καζαντζόγλου αλλά δεν τα κατάφερα» εξήγησε σχετικά με το μήνυμα που καλούσε μέλη της οργάνωσης στην τοπική.
«Είπα στον Δήμου να πάει και ότι έρχομαι κι εγώ. Κατευθύνομαι στην τοπική, δεν βλέπω κανέναν απ’ έξω και συνεχίζω προς το ραντεβού μου με τον Καζαντζόγλου».
Σε ερώτηση της Προέδρου σχετικά με το εάν ρώτησε τελικά τον Καζαντζόγλου για το μήνυμα, είπε πως όχι, με την πρόεδρο να ρωτά έκπληκτη «μα λίγα λεπτά νωρίτερα τον ψάχνετε για να μάθετε και όταν τον είδατε μπροστά σας δεν είπατε τίποτα;».
Μετά το ραντεβού ο κατηγορούμενος κατευθύνθηκε πάλι προς την τοπική.
Στο σημείο είδε Κομιανό, Σταμπέλο, Δήμου και Σκάλκο.
Στη δήλωση Ρουπακιά, ο Κομιανός πετάχτηκε από το εδώλιο λέγοντας «εμένα ρε; Εμένα;».
«Ήμουν φορτισμένος και ταραγμένος κι έφτιαξα μια ιστορία από το μυαλό μου»
«Ήταν όλοι με αναμμένες μηχανές. Ήταν 8-10 μηχανές και κάποιες είχαν 2 άτομα. Κανείς δε σήκωσα κράνος. Εγώ από το σωματότυπο κατάλαβα κάποιους» είπε ο Γιώργος Ρουπακιάς με την Πρόεδρο να του απαντά όχι είχε τοποθετήσει και τον Πατέλη στο σημείο σε κάποια από τις απολογίες του. «Ήμουν φορτισμένος και ταραγμένος κι έφτιαξα μια ιστορία από το μυαλό μου» απάντησε.
Όταν ο Γιώργος Ρουπακιάς έφτασε στην τοπική, εκείνοι έφευγαν και ρώτησα «τι έγινε ρε παιδιά;», μου είπαν «την έπεσαν σε δικό μας στο Κερατσίνι και πάμε να την απεγκλωβίσουμε».
«Τους ακολούθησα με το αμάξι. Στη μέση της διαδρομής βρήκαμε και το Τζόρβα. Φτάσαμε στο Κοράλλι την καφετέρια. Βλέπω τον Παύλο Φύσσα και καμία εικοσαριά άτομα. Είχε τελειώσει ο αγώνας και δεν ξέρω αν ήταν παρέα του όλοι αυτοί ή απλώς τελείωσα ο αγώνας. Ήταν όλοι σταματημένοι μπροστά από την καφετέρια. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα» περιέγραψε στο δικαστήριο, υποστηρίζοντας πως δεν τον ήξερε καθόλου μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Αυτή του η φράση εξόργισε τον πατέρα του Παύλου Φύσσα που φώναξε: «Είσαι ψεύτης!» από το σημείο που καθόταν.
«Ήταν ο Φύσσας με καμία εικοσαριά άτομα. Έκοψαν μετά οι μηχανές, έκοψα κι εγώ και με κατάλαβε ο Φύσσας και μου φώναξε «γαμώ το σπίτι σου».
Ήταν μικρό το στενό, έκοψαν οι μηχανές, έκοψα κι εγώ. Δεν του απάντησα και άνοιξα την πόρτα για να κατέβω. Εκείνη τη στιγμή έρχεται ένα της ομάδας ΔΙΑΣ και μου χτυπάει το καπό και μου λέει «έλα, έλα», σαν να μου λέει φύγε. Έφυγα πήγα λίγο πιο κάτω και άφησα το αυτοκίνητο αλλά ήταν το μισό απ’ έξω. Βλέπω στο αντίθετο ρεύμα της Παναγή Τσαλδάρη μια θέση. Περίμενα να περάσουν 2 αυτοκίνητα και πήγα στο αντίθετο ρεύμα για να μπω να παρκάρω».
Π: Οι αστυνομικοί είπαν ότι υπήρχαν άνθρωποι με κοντάρια και λοστούς.
Κ: Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα
Π: Γιατί να το πουν αυτό οι αστυνομικοί;